Χρονολόγηση: 2ος – 4ος αι. μ.Χ. ή μετά τον 7ο αι. μ.Χ.
Προέλευση / τόπος φύλαξης: Ανασκαφή νεκροταφείου Ευαγγελίστριας, έξω από τα ανατολικά τείχη της Θεσσαλονίκης / Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, αρ. ευρ. ΑΓ 3014
Διαστάσεις: συνολικές διαστάσεις δόμου: 146x58x24 εκ., διάμετρος βάσης κίονα: 45 εκ., διαστάσεις μεγάλου πίνακα: 83×33 εκ., διαστάσεις μικρού πίνακα: 25×13 εκ.
Περιγραφή
Μαρμάρινος, λειασμένος δόμος από άγνωστο κτίσμα που μέρος της πίσω όψης του μετασκευάστηκε – πιθανόν στον 6ο αι. μ.Χ. – σε αδρή, απλοποιημένη βάση κίονα με τετράγωνη πλίνθο. Με αυτή τη μορφή επαναχρησιμοποιήθηκε σε προστώο κτίσματος, πιθανόν στο παλαιοχριστιανικό λατρευτικό κτίριο του νεκροταφείου της Ευαγγελίστριας που καταστράφηκε γύρω στον 7ο αι.
Παρατηρήσεις
Το πρώτο παιχνίδι, που είναι ο μεγαλύτερος πίνακας (άβακας), ταυτίζεται με το duodecim scripta, δημοφιλές ρωμαϊκό παιχνίδι τύχης – στρατηγικής για δυο παίκτες, γνωστό στους βυζαντινούς ως ταβλίον, ο πρόγονος δηλαδή του σημερινού τάβλι. Ο πίνακάς του αποτελείται από τρεις παράλληλες σειρές, με 12 τετράγωνους σταθμούς στην καθεμία, διατεταγμένους σε έξι ομάδες των έξι. Η ονομασία duodecim scripta οφείλεται στους 12 σταθμούς της κάθε σειράς, οι οποίοι μπορεί να είναι κυκλικού ή τετράγωνου σχήματος ή ακόμη να σχηματίζουν λέξεις με έξι γράμματα. Το παιχνίδι παίζεται με ζάρια (κύβους) και μετακινούμενα πιόνια (πεσσούς). Νικητής είναι ο παίκτης που τερματίζει πρώτος, έχοντας διατρέξει με τα πιόνια του τους σταθμούς του πίνακα, σε προκαθορισμένη διαδρομή.
Το δεύτερο παιχνίδι, σε μορφή μικρού πίνακα, ίσως ταυτίζεται με ένα από τα αρχαιότερα επιτραπέζια παιχνίδια – που απαντά σε αρκετές παραλλαγές – γνωστό με την ονομασία mankala. Ο πίνακάς του αποτελείται από δυο οριζόντιες σειρές με πέντε μικρές, ρηχές κοιλότητες – σταθμούς στην καθεμιά. Κάθε παίκτης έχει πέντε κοιλότητες στις οποίες μετακινεί διαδοχικά τα πιόνια του, όπως σπόρους, χαλίκια, σε συγκεκριμένη διαδρομή. Κάτω δεξιά υπάρχουν άλλες τέσσερις μικρές κοιλότητες.
Graffiti αυτών των παιχνιδιών έχουν βρεθεί σε Αθήνα, Δήλο, Έφεσο, Αίγυπτο κ.α. Τα περισσότερα χαράχτηκαν πάνω σε μαρμάρινα μέλη σε πολυσύχναστους και δημόσιους χώρους των πόλεων της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας, όπως δημόσια κτήρια, ιερά, λουτρά, θέατρα, πλατείες, πεζοδρόμια κ.α.
Τα συγκεκριμένα graffiti παιχνιδιών είναι τα πρώτα αυτού του είδους που εντοπίζονται στη Θεσσαλονίκη. Δεν γνωρίζουμε αν χαράχτηκαν κατά την πρώτη χρήση του μαρμάρινου δόμου σε κτίσμα του 2ου – 4ου αι. μ.Χ. ή μετά την καταστροφή του παλαιοχριστιανικού λατρευτικού κτιρίου.
Αντιγόνη Τζιτζιμπάση, δρ αρχαιολόγος, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού