Χαράγματα στους μολυβδοσκέπαστους τρούλους του Μπεζεστενίου

Το Μπεζεστένι, ένα κτήριο με ορθογώνια κάτοψη και έξι μολυβδοσκέπαστους τρούλους που καλύπτουν τους θόλους της στέγης, κατά μια εκδοχή χρονολογείται στο τέλος του 15ου αι. (1481-1512). Η ονομασία του κτηρίου έλκει την καταγωγή της από την αραβικής καταγωγής λέξη Bez, που σημαίνει βαμβακερό ή λινό ύφασμα, και σχετίζεται με τη χρήση του κτηρίου ως σκεπαστή αγορά ή αλλιώς «κλειστή αγορά», που συνήθως απαντά στο εμπορικό κέντρο μιας οθωμανικής πόλης.

Κατά τη διάρκεια εργασιών στερέωσης από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης, αποκαλύφθηκαν χαράγματα ή αλλιώς ακοδογραφήματα τα οποία έγιναν με κάποιο αιχμηρό αντικείμενο, ένα καρφί ή ένα αιχμηρό εργαλείο πάνω στα μολυβδόφυλλα των τρούλων. Στο σύνολό τους τα χαράγματα είναι 21, από αυτά τα 5 είναι ελληνικά και τα 12 ξενόγλωσσα, από τα οποία τα περισσότερα τα συναντάμε σ’ έναν τρούλο.

Εδώ παρουσιάζονται ορισμένα από τα πιο χαρακτηριστικά, που φωτίζουν την κοινωνική και οικονομική ιστορία της Θεσσαλονίκης κατά τον 19ο αι., καθώς και ζητήματα πολιτισμικής μνήμης.

Δίπλα στον μιναρέ και το δέντρο, σύμβολα της θρησκευτικής ταυτότητας του χαράκτη, απεικονίζονται τα σύνεργα της δουλειάς του μάστορα. Είναι το ψαλίδι για το κόψιμο του μολυβιού και τα εργαλεία για το «κουρμπάρισμα», το δίπλωμα δηλαδή των φύλλων του μολυβιού και το χτύπημα επάνω στις επιφάνειες των τρούλλων. Δυο χρονολογίες συνοδεύουν το εικονιστικό αυτό ακιδογράφημα: η πρώτη αναφέρει το έτος 1321 που αντιστοιχεί στο έτος 1903, ενώ η δεύτερη το 1361 που αντιστοιχεί στο έτος 1945. Ίσως βέβαια η δεύτερη χρονολογία να οφείλεται σε λάθος χάραξη του τεχνίτη.

Το όνομα Κωνσταντίνος Μαβροδή και η χρονολογία 1874 χαράχθηκαν με καλλιγραφικά γράμματα μέσα σε πλαίσιο που θυμίζει κάλυμμα κεφαλής, στο πάνω μέρος της οποίας διακρίνεται μια ελληνική σημαία, υποδηλώνοντας την εθνική ταυτότητα του χαράκτη.

Η χρονολογία 1874 πιθανώς αναφέρεται στη χρονιά γέννησης του μάστορα, ενώ το έτος 1927 ίσως υποδηλώνει τη χρονιά επισκευής του Μπεζεστενίου, μετά την πυρκαγιά του 1917, που σημάδεψε την πόλη της Θεσσαλονίκης. Από το όνομα, συμπεραίνουμε ότι ο χαράκτης ήταν εβραϊκής καταγωγής, ενώ η γλώσσα του χαράγματος, τα γαλλικά, ήταν η γλώσσα που κυριαρχούσε στον κόσμο της εμπορικής διπλωματίας στα τέλη του 19ου αι., σε μια ευημερούσα πόλη, με έντονη οικονομική και εμπορική δραστηριότητα, όπως η Θεσσαλονίκη.

Τα χαράγματα στο Μπεζεστένι παρουσιάζουν ποικιλία ως προς το περιεχόμενο, τη χρονιά χάραξης, τη γλώσσα, αλλά και τον τρόπο χάραξης. Οι χρονολογίες που τα συνοδεύουν αναφέρονται προφανώς σε επιδιορθώσεις του μνημείου. Αποτελούν ένα χρονικό των επισκευών και παράλληλα ένα χρονικό της πόλης. Αποδεικνύεται ότι τα χαράγματα αυτά έγιναν από τεχνίτες, οι οποίοι ανήκαν σε συντεχνίες ή, αλλιώς, εσνάφια, όπως ονομάζονταν οι επαγγελματικές οργανώσεις στα χρόνια της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στην περίπτωση του Μπεζεστενίου, που ήταν βακουφικό κτίσμα, όπως και σε όλα τα δημόσια κτίσματα, η ανέγερση και η συντήρησή του ήταν αρμοδιότητα της Ένωσης Αρχιτεκτόνων Κωνσταντινούπολης, η οποία συνεργαζόταν, όχι μόνο με μουσουλμάνους, αλλά και με άλλες θρησκευτικές και εθνικές ομάδες.

Τα χαράγματα αυτά αποτελούν έναν διάλογο ή, αλλιώς, μιαν αντιπαράθεση ετερογενών εθνικών ομάδων —Τούρκων, Ελλήνων, Σλαβομακεδόνων, Εβραίων—, φωτίζοντας τη σύνθετη και πολύμορφη και πολυπολιτισμική Θεσσαλονίκη του 19ου αι.

Ειρήνη Χατζοπούλου, αρχαιολόγος-μουσειολόγος, ΕΦΑ Πόλης Αθηνών / Θ-ΙΝΚ